надоесть - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

надоесть - translation to ρωσικά


надоесть      
importuner , ennuer , embêter ; assommer , raser , bassiner vt ( fam ) ; перев. тж. выраж. en avoir assez de qn , de qch ; être las de qn , de qch ( устать от кого-либо, от чего-либо )
смертельно надоесть - rompre la tête à qn ; scier le dos à qn ( fam )
надоесть просьбами - importuner de prières
мне это надоело - j'en ai assez
он мне надоел - il m'ennuie ; il m'embête
надоедать      
см. надоесть
sortir par les naseaux      
{ прост. }
надоесть, осточертеть

Ορισμός

надоесть
сов. неперех.
см. надоедать.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για надоесть
1. И ты никому не успеваешь надоесть, и тебе никто не успевает надоесть.
2. Боюсь людям надоесть", - отговаривалась актриса по телефону.
3. Она боялась "смертельно" надоесть ему своей корреспонденцией.
4. Похоже, "диетические" вопросы ему успели порядком надоесть.
5. Расхожая фраза - "Победы не могут надоесть". Правильно.