наивно - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

наивно - translation to ρωσικά


наивно      
naïvement, ingénument
наивно рассуждать - raisonner naïvement
наивный         
naïf, ingénu, candide
наивный мечтатель - rêveur naïf
наивный вопрос - question naïve
innocemment      
наивно, простодушно

Ορισμός

наивно
1. нареч.
Соотносится по знач. с прил.: наивный (2).
2. предикатив
Оценка какой-л. ситуации, чьих-л. действий как характеризующихся отсутствием жизненного опыта, простодушием, доверчивостью.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για наивно
1. Ждать такого самопожертвования, наверное, наивно.
2. - сердито прислушиваясь, наивно возражал Хлебников.
3. - наивно поинтересовался я. | | - Сам не понимаешь?
4. Спрашивать, говорит Евгений правду или фантазирует, - наивно.
5. Ждать чудесного преображения в одночасье было наивно.