обвешивать - translation to γαλλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

обвешивать - translation to γαλλικά


обвешивать      
см. обвесить, обвешать
ne pas donner le poids      
обвешивать
filer le coup de pouce      
{ арго }
нажимать пальцем на весы, чтобы обмануть покупателя; обвешивать

Ορισμός

обвешивать
ОБВ'ЕШИВАТЬ, обвешиваю, обвешиваешь. ·несовер. к обвесить
.
II. ОБВ'ЕШИВАТЬ, обвешиваю, обвешиваешь. ·несовер. к обвешать
.
III. ОБВ'ЕШИВАТЬ, обвешиваю, обвешиваешь (спец.). ·несовер. к обвешить
.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για обвешивать
1. И не стоит её обвешивать модернистскими блёстками.
2. Весы, ведите себя взвешенно и не пытайтесь никого обвешивать.
3. А начиналась кампания чинно, кандидаты стали обвешивать город своими портретами уже год назад.
4. А потом подумал: продавец ведь не стесняется меня обсчитывать и обвешивать?!
5. - Но объясни, почему, отдыхая, надо оскорблять женщин, а работая, их обвешивать и обсчитывать?