облазить - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

облазить - translation to ρωσικά


облазить      
разг.
fouiller
облазить весь дом - visiter tous les recoins de la maison
мы за грибами весь лес облазили - nous avons fait toute la forêt pour trouver des champignons
полазить      
разг.
см. лазить
слазить      
разг.
grimper ( вскарабкаться ); monter ( a. , ê. ) ( подняться ); descendre ( a. , ê. ) ( спуститься )
слазить в погреб - descendre à la cave

Ορισμός

облазить
ОБЛ'АЗИТЬ, облажу, облазишь, ·совер., что (·разг. ). Лазя, побывать повсюду, в разных местах. За грибами весь лес облазили. "Они... облазили все закоулки." А.Н.Толстой.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για облазить
1. А я хочу всю Африку облазить, Северную и Южную Америку...
2. Я хочу всю Африку облазить, Северную и Южную Америку.
3. Ребята же от скуки готовы облазить все окрестные овраги.
4. Но чтобы найти подходящий вариант, каждому приходится перелопатить горы газет, облазить массу интернет- сайтов.
5. Жажда артефактов заставила Шанже "облазить" почти всю версальскую библиотеку и дворец, который был тогда еще полупустынным.