отмычка - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

отмычка - translation to ρωσικά


отмычка         
ж.
( инструмент ) passepartout m ( pl invar ) , crochet m ; rossignol m ( fam )
универсальная отмычка - passe-partout universel
pince monseigneur      
отмычка
passe-partout         
- отмычка

Ορισμός

ОТМЫЧКА
Род крючка, открывающего замок вместо ключа.
Воровская о. Универсальная о. (также перен.: безотказный способ; неодобр.).

Βικιπαίδεια

Отмычка
Отмы́чка — специализированный инструмент, использующийся для открытия замков без использования ключа или разрушения замка.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για отмычка
1. Коммунистическим историкам помогал "классовый подход", воистину универсальная отмычка.
2. Козявка, свертка, заноза - отмычка, или устройство проворачивания личинок замков автомобилей.
3. - Принцип-то одинаков: либо отмычка, либо открыть дверь изнутри.
4. Лишь на полу у входа осталась улика - брошенная отмычка.
5. Я вообще считаю, что юмор - отмычка, которая открывает все двери.