béatification - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

béatification - translation to ρωσικά


béatification         
{f}
беатификация ( причисление к лику блаженных )
béatification         
{f} причисление к лику блаженных

Βικιπαίδεια

Béatification
La béatification est la déclaration, par décret pontifical, qu'une personne de foi chrétienne a pratiqué les vertus naturelles et chrétiennes de façon exemplaire, ou même héroïque. De plus, la reconnaissance d'un miracle obtenu par son intercession suppose que la personne est au paradis.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για béatification
1. Son proc';s en béatification s‘est ouvert tr';s rapidement.
2. Jean Paul II vers la béatification La cause de béatification de Jean Paul II sera ouverte officiellement mardi 28 juin en la basilique de Saint–Jean de Latran.
3. La béatification collective, dimanche dernier, de 4'8 présumés martyrs a pourtant été un flop.
4. Bouteflika avait besoin de cette béatification, et précisément orchestrée par le représentant factice des travailleurs.
5. L‘actuel ministre des Affaires étrang';res, Massimo D‘Alema, a par exemple assisté ŕ la béatification du fondateur de l‘Opus Dei.