jumelle - translation to γαλλικά
DICLIB.COM
AI-based language tools
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από τεχνητή νοημοσύνη

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

jumelle - translation to γαλλικά


jumelle         
I
1. { adj } ({ fém } от jumeau 1.)
2. {f} ( {m} - jumeau 2.)
II
{f} чаще { pl }
1) бинокль ( полевой )
2) бордюрные камни
3) парные балки; парные направляющие ( напр., пресса )
4) jumelle (de ressort) {авто} — серьга рессоры
5) {геральд.} брусья
jumelle         
{f} бинокль;
une jumelle marine - морской бинокль;
des jumelles de théâtre - театральный бинокль;
une paire de jumelles - бинокль
jumelle         
{f}
- бинокль

Βικιπαίδεια

Jumelle
Le mot jumelle peut avoir différentes significations :
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για jumelle
1. Rawalpindi, la ville jumelle d‘Islamabad, était vendredi sous haute surveillance.
2. Christian Vander, patron de Magma, est là, en bermuda de campagne, qui détaille à la jumelle le phrasé raviné d‘Alice.
3. On l‘a séparé, ŕ l‘adolescence, de son seul amour, sa jumelle Una.
4. Elle a annoncé un meeting pour vendredi ŕ Rawalpindi, ville jumelle d‘Islamabad.
5. Deux minutes plus tard, les Français développaient une action jumelle sur la droite.