léchée - translation to
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

léchée - translation to


lèche      
{f} {разг.}
1) тонкий ломтик ( съестного )
lèche de saumon — ломтик лососины
2) подхалимаж, подхалимство
faire de la lèche à qn — подхалимничать; льстить кому-либо
lèche      
{f} faire de la lèche - подхалимничать (перед + I); лизать пятки (+ D);
quelle lèche! - ну и подхалимаж!;
тонкий ломтик
lèche-carreaux      
{ m invar }; см. lèche-vitrines
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για léchée
1. La version calibrée radio, léchée et instantanée, d‘un rock alternatif.
2. Mais pour un téléphone de luxe, on devrait opter pour une coiffure moins tribale.» Une déclinaison léchée.
3. Une fantaisie qui détonne Jusqu‘ŕ maintenant, la réputation faite ŕ Vallotton faisait la promotion d‘un peintre ŕ la technique léchée.
4. D‘une esthétique léchée, Les Experts met en sc';ne la fascination contemporaine pour la science autant que le go$';t des images macabres.
5. A Manosque, situé à une quarantaine de kilomètres de là, de l‘autre côté de la Durance, un hangar a brûlé et une maison a été léchée par les flammes.