Macarronicamente - ορισμός. Τι είναι το Macarronicamente
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι Macarronicamente - ορισμός


Macarronicamente      
adv.
De modo macarrónico.
macarrônico      
adj (macarrônea+ico2)
1 Escrito no estilo da macarrônea.
2 Que se refere à macarrônea.
3 Malfalado (qualquer idioma).
macarrônico      
adj. (-1593 cf. PAvei)
1 composto de palavras latinizadas para produzir efeito burlesco ou cômico
poesia m. gênero m.
2 p.ext. falado e/ou escrito de forma errada e imprópria (diz-se de idioma)
3 p.ext. pouco sério, que tem caráter de paródia; burlesco
4 que fala ou escreve macarronicamente
-etim it. maccheronico (1634) 'relativo à linguagem de composições burlescas, escritas com uma mistura de palavras vulgares, dialetais ou pseudolatinas, flexionadas à maneira do latim'; ver macarr-