açafroar - ορισμός. Τι είναι το açafroar
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι açafroar - ορισμός


açafroar      
(açafrão+ar2) vtd
1 Tingir com açafrão
vtd
2 Dar cor amarela a: Açafroar o pano. vtd
3 Adubar ou temperar com açafrão: Açafroar o arroz. vpr
4 Descorar de raiva, terror etc., empalidecer: ''Melitão açafroava-se até aos lóbulos das orelhas'' (Cam. Castelo Branco).
Açafroar      
v. t.
Dar a côr do açafrão a.
Temperar com açafrão.
açafroar      
v. (-1562 cf. JC)
1 t.d. tingir com açafrão
açafroou as roupas manchadas
2 t.d. p.ext. p.us. dar a cor amarela a
3 t.d. temperar com açafrão
4 pron. p.us. tornar-se da cor do açafrão; corar, enrubescer
açafroava-se quando a pressão subia
-gram a respeito da conj. deste verbo, ver -oar
-etim açafrão sob a f. rad. desnasalizada açafro- + -ar ; f.hist. sXV açafraado , 1562 açafroar