доминиканец - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

доминиканец - translation to πορτογαλικά

КАТОЛИЧЕСКИЙ МОНАШЕСКИЙ ОРДЕН, ОСНОВАННЫЙ ИСПАНСКИМ МОНАХОМ СВЯТЫМ ДОМИНИКОМ
Доминиканский орден; Орден Проповедников; Доминиканец; Орден доминиканцев; Орден проповедников; Ordo Fratrum Praedicatorum; Доминиканцы (орден); Орден Доминиканцев; Доминиканский монах
  • о Китае]]
  • Св. Доминик
  • Доминиканец в облачении

dominico m      
доминиканец
доминиканец      
dominicano (m)
dominicano      
I. adj
1) доминиканский (о монахе и т. д.);
2) доминиканский, относящийся к Доминиканской Республике;
II. m
1) доминиканец (монах);
2) домниканец (житель или уроженец Доминиканской Республики)

Ορισμός

доминиканец
1. м.
см. доминиканцы (1*2).
2. м.
см. доминиканцы (2*).

Βικιπαίδεια

Доминиканцы

Доминика́нцы, Доминиканский орден, Орден братьев-проповедников (Ordo fratrum praedicatorum, O.P.) — католический монашеский орден, основанный испанским монахом святым Домиником.