набить - translation to
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

набить - translation to


прибить      
(гвоздями) pregar ; (дождем, ветром) abater ; (посевы и т.п.) deixar acamado ; {простореч.}(поколотить) espancar , dar uma surra
обить      
(обтянуть, покрыть) forrar , revestir ; (отряхнуть) fazer cair ; (повредить) danificar ; quebrar ; (истрепать) gastar
пробить      
praticar uma abertura, perfurar ; abrir ; (пройти сквозь) passar , atravessar ; (проникнуть - о свете и т.п.) penetrar ; (просочиться) coar-se ; {горн.} perfurar ; abrir ; (проложить дорогу, путь) abrir ; {перен.} (добиться чего-л) arranjar ; (произвести звуки) bater , fazer soar ; (отбить удары) bater

Ορισμός

набить
сов. перех.
см. набивать.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για набить
1. Стали собирать этап, чтобы набить столыпинский вагон.
2. Парикмахеры-стажеры ищут клиентов, чтобы набить руку.
3. Чесались руки набить меркантильному Деду Морозу морду.
4. Олигархи использовали Родину, чтобы набить себе карманы.
5. Не старайтесь набить себе цену - это производит плохое впечатление. 10.