custo - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

custo - translation to ρωσικά

Custos; Sistema de custeio; Custeio; Custo contabilistico; Custo operacional

custo         
стоимость, цена, издержки, затраты, (перен.) трудность
custo         
цена, стоимость, издержки, затраты, расходы
custo         
{m}
- цена, стоимость;
- издержки; затраты; расходы

Ορισμός

Custo
m.
Quantia, que se paga por uma coisa.
Valor em dinheiro.
Fig.
Difficuldade.
Loc. adv.
A custo, difficilmente.
(De custar)

Βικιπαίδεια

Custo

No seu sentido mais geral, custo é o valor pago ao trabalho necessário para a produção de bens ou serviços.

O conceito de custo é muitas vezes confundido com os conceitos de preço, despesa ou de desembolso financeiro. É comum dizer-se que, se um bem ou serviço tem um preço alto, esse bem ou serviço "custa" muito caro.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για custo
1. The United States had urged Israel to keep handing over custo...
2. That‘s because there is ferocious competition for the very large corporations but no one has ever seriously addressed the small business custo– mer base.
3. Roper was remanded in custody by Judge Anthony Morris for sentencing on September '. The judge said÷ It is almost inevitable that a custo– dial sentence will be imposed upon you for this offence.