бесцензурный - ορισμός. Τι είναι το бесцензурный
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι бесцензурный - ορισμός


бесцензурный      
прил.
Свободный от цензуры, не подвергающийся ей.
бесцензурно      
нареч.
Соотносится по знач. с прил.: бесцензурный.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για бесцензурный
1. Здесь звучит глас или, скорее, крик народа, непричесанный, лексически бесцензурный.
2. К тому же бесцензурный вариант можно посмотреть в Интернете.
3. Соединив все это, мы фактически получаем неконтролируемый бесцензурный эфир.
4. Совсем недавно в России опубликован бесцензурный вариант романа "По ком звонит колокол" Эрнеста Хемингуэя.
5. Поэтому бесцензурный Интернет - это именно та реальность, из которой мы должны исходить.
Τι είναι бесцензурный - ορισμός