изуверский - ορισμός. Τι είναι το изуверский
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι изуверский - ορισμός


изуверский      
ИЗУВ'ЕРСКИЙ, изуверская, изуверское (·книж. ). прил. к изувер
и к изуверство
. Изуверские поступки.
изуверский      
прил.
1) Соотносящийся по знач. с сущ.: изувер, связанный с ним.
2) Свойственный изуверу, характерный для него.
3) Принадлежащий изуверу.
изуверски      
нареч.
Как свойственно изуверу, как характерно для него.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για изуверский
1. Унтер-офицер Оодл Энн с его взводом исполняли изуверский приказ.
2. " Интересно увидеть человека, придумавшего такой изуверский пункт?
3. Я им нанес очень изуверский удар", - заявил Митволь.
4. А тут ещё мужу коллега насоветовал вообще изуверский "антикротовый" рецепт - залить норки бензином и поджечь.
5. -Вы по-прежнему со снегом как-то общаетесь, простите за изуверский вопрос?
Τι είναι изуверский - ορισμός