нюхнуться - ορισμός. Τι είναι το нюхнуться
Display virtual keyboard interface

Τι (ποιος) είναι нюхнуться - ορισμός


нюхнуться      
сов. разг.-сниж.
Однокр. к глаг.: нюхаться (1).
Τι είναι нюхнуться - ορισμός