облегать - ορισμός. Τι είναι το облегать
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι облегать - ορισμός


облегать      
и пр. см. облагать
.
облегать      
несов. перех.
1) а) Прилегая к чему-л., располагаться вокруг; окружать.
б) Плотно прилегая к чему-л., охватывать (об одежде).
в) Покрывать что-л. сплошной массой; обволакивать.
2) устар. Окружать вооруженными силами; осаждать.
ОБЛЕГАТЬ      
см. ОБЛЕЧЬ
II.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για облегать
1. Одежда стала облегать фигуру, соответствовать внешнему виду.
2. Она должна облегать руку ровно, плотно, но не туго.
3. Плюс свитер не должен облегать, как водолазка, а быть свободным.
4. Она должна идеально облегать фигуру солдата и украшается аксельбантами и позолоченными шевронами.
5. Джинсы, как и любые брюки, должны плотно облегать линию талии, бедер и живота.
Τι είναι облегать - ορισμός