уесть - ορισμός. Τι είναι το уесть
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι уесть - ορισμός


уесть      
УЕСТЬ, см. уедать
.
уесть      
сов. перех. разг.-сниж.
см. уедать.
уесть      
У'ЕСТЬ, уем, уешь, уест, уедим, уедите, уедят, повел. уешь, прош. вр. уел, ·совер.уедать
), кого-что (·прост. ).
1. Схватить зубами, укусить, съесть. Этой краюхи не уешь.
2. Укусить, ужалить (·обл. ). "Уела пчела медведя." Даль.
3. перен. Измучить, извести, погубить. Уели его придирками. Уело его мотовство.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για уесть
1. Только для того, чтобы уесть Россию?" - задается вопросом Баранов.
2. Все так же Пугачева пытается "уесть" супруга Галкиным.
3. И еще никому не удавалось "уесть" его стопроцентно.
4. Задача ведь не в том, чтобы уесть, срезать гостя.
5. Я всю жизнь сражался с косностью и старался уесть чиновников.
Τι είναι уесть - ορισμός