уклончиво - ορισμός. Τι είναι το уклончиво
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι уклончиво - ορισμός


уклончиво      
нареч.
Соотносится по знач. с прил.: уклончивый.
УКЛОНЧИВЫЙ      
уклоняющийся от чего-нибудь, непрямой, лишенный искренности.
У. ответ.
уклончивый      
прил.
Лишенный прямоты, искренности.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για уклончиво
1. "Всякое бывало", - уклончиво отвечает дрессировщик.
2. "Нашлись единомышленники, - уклончиво говорит Чеботарева.
3. "Лаборант тутошний", - представился он уклончиво.
4. "Везде было по-разному", - уклончиво ответила она.
5. - Да-а... помогли, - уклончиво ответила Ираида Викторовна.
Τι είναι уклончиво - ορισμός