adusto - ορισμός. Τι είναι το adusto
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι adusto - ορισμός


adusto      
adusto, -a (del lat. "adustus", part. pas. de "adurere", quemar)
1 Participio adjetivo de "adurir".
2 adj. Ardiente.
3 Aplicado a las personas y a su gesto, aspecto o *carácter, serio y severo: no inclinado a reír, a tomar parte en bromas o alegrías o a ser amable. Se aplica también a cosas; por ejemplo, a un paisaje.
. Catálogo
Acre, agrio, áspero, cariacedo, cejijunto, ceñudo, cetrino, hosco, seco, *serio; poco acogedor, poco amable, cara de pocos amigos. *Brusco. *Desabrido. *Insociable. *Irritar. *Malhumorado. De mal *carácter. De mal *genio. *Amable.
adusto      
adj.
1) Quemado, tostado, ardiente.
2) fig. Austero, rígido, melancólico. Se dice de personas y cosas.
3) Alava. Venezuela. Tieso, inflexible, terco.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για adusto
1. "No lo sé, son rumores...", respondió con gesto adusto.
2. Lo que no se puede hacer es imponer la violencia", manifestó con gesto adusto el Presidente.
3. Y como Saturno, adusto y taciturno, fagocita, insaciable, sus propios retoños.
4. ZP ? como antes hiciera el adusto Aznar - justifica nuevos contratos basura en nombre de la ?creación de empleo?.
5. Acabamos de pasar, en horas 24, del cabreo y el gesto adusto al país del sonría, por favor.
Τι είναι adusto - ορισμός