afonía - ορισμός. Τι είναι το afonía
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι afonía - ορισμός


afonía         
Sinónimos
sustantivo
2) mutismo: mutismo, mudez, silencio
verbo
Antónimos
sustantivo
voz: voz, palique
afonía         
sust. fem.
Falta de voz.
Afonía         
pérdida parcial o total de la voz por causas locales de tipo psicógeno (afonía histérica o psicógena [ICD-10: F44.4] u orgánicas [ICD-10: R49.1]

Βικιπαίδεια

Afonía
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για afonía
1. Padece parálisis facial, de una cuerda vocal, afonía, dificultad para ingerir alimentos y cojera.
2. Una desafortunada laringitis con afonía ha venido a truncar la excelente racha de Miguel Bosé.
3. Tan sólo algún corazón roto y afonía colectiva, debido al estreno, anoche, de la película High school musical 3: senior year, en el cine Capitol.
4. Aquel día se perdió en un mar de cifras y se quejó de una mecánica de tiempos reguladísimos que no le dejaban explayarse a su aire, así que anoche trató de hablar con más calma – se le notaba cierta afonía– y de esgrimir menos números.
5. El cantante posa delante del cartel de su nuevo disco, Papito en el que repasa su discografía junto a importantes nombres de la música.- REUTERS La noticia en otros webs webs en español en otros idiomas Blogs que enlazan aquí El informe médico señala una rinofaringo-laringitis aguda infecciosa que ha derivado en una afonía.
Τι είναι afonía - ορισμός