atosigar - ορισμός. Τι είναι το atosigar
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι atosigar - ορισμός


atosigar      
verbo trans.
Emponzoñar con tósigo o veneno. Se utiliza también como pronominal.
verbo trans. fig.
1) Fatigar u oprimir a alguno, dándole mucha prisa para que haga una cosa. Se utiliza también como pronominal.
2) Inquietar, acuciar con exigencias o preocupaciones. Se utiliza también como pronominal.
atosigar      
Sinónimos
verbo
1) fatigar: fatigar, cansar, molestar, importunar, fastidiar, insistir, abrumar, agobiar, no dejar en paz
2) intoxicar: intoxicar, envenenar
Antónimos
verbo
Palabras Relacionadas
atosigar      
I
atosigar1 (de "tósigo") tr. *Envenenar.
II
atosigar2 (del sup. lat. "tussicare", toser) tr. *Abrumar a alguien dándole mucha *prisa o mandándole muchas cosas a la vez. *Apresurar. prnl. *Atarearse demasiado o con angustia.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για atosigar
1. Siempre es preferible denostar, atosigar y acorralar al adversario mientras de cara a la galería se distrae el discurso.
2. En la Liga ha robado un total de siete balones -uno cada 48 minutos- y ha forzado muchos más al atosigar al defensor de turno, que muchas veces no tiene más remedio que quitarse el balón de encima con un patadón hacia arriba.
Τι είναι atosigar - ορισμός