guirigay - ορισμός. Τι είναι το guirigay
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι guirigay - ορισμός


guirigay      
sust. masc. fam.
1) Lenguaje obscuro y de dificultosa inteligencia.
2) Gritería y confusión.
guirigay      
guirigay (de or. expresivo; pl. "guirigays" o "guirigáis")
1 m. *Lenguaje difícil de entender.
2 *Jaleo o *bulla; ruido confuso de voces o gritos o de sonidos discordantes.
3 Escena de confusión y *desorden.
guirigay      
Sinónimos
sustantivo
Antónimos
sustantivo
Expresiones Relacionadas
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για guirigay
1. Predica paz en medio de un guirigay. ¿Qué pretenderá El Gran Vendedor?
2. En cuanto a la reestructuración de Radio 3, una de las novedades es El guirigay.
3. Debería hacerse a través de un plan coordinado desde el Gobierno que no agrave el presente guirigay fiscal.
4. Hasta ahora, eran algo parecido a un guirigay de señores de la guerra, casi todos con un padrino extranjero oculto.
5. Sólo ellos logran aplacar el guirigay de exabruptos, obscenidades y machadas de gallito en celo con que se recibe cada palabra de la reportera.
Τι είναι guirigay - ορισμός