terrateniente - ορισμός. Τι είναι το terrateniente
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι terrateniente - ορισμός


terrateniente         
terrateniente (del lat. "terra", tierra, y "tenens, -entis", que tiene) adj. y n. Propietario de tierras.
terrateniente         
género común
Dueño o poseedor de tierra o hacienda. Se utiliza también como adjetivo.
terrateniente         

Βικιπαίδεια

Terrateniente
El terrateniente es el que posee tierras. Se usa en general principalmente para referirse a los propietarios de grandes extensiones de terreno o hacendados.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για terrateniente
1. La compró El Hadj Souleymane Naroua, un terrateniente local, por 320 euros.
2. "Es verdad que el narco es la nueva clase terrateniente, y que entre ellos hay paras, pero sin influencia como grupo.
3. Hija de un terrateniente de Yorkshire, Staveley se decantó por los estudios de lenguas modernas en la Universidad de Cambridge, que combinó con esporádicos trabajos como modelo.
4. Su amigo Mariano Matesanz, terrateniente propietario de 176 parcelas en el distrito de Villaverde, conserva allí una calle, sin otro mérito conocido que la posesión de tales propiedades.
5. Jose Luis Gutierrez Sardan ?Pepelucho?, falangista, terrateniente, racista y extorturador se encuentra nada menos ejerciendo la función de asesor nada menos de nuestro hermano Presidente Constitucional, Evo Morales.
Τι είναι terrateniente - ορισμός