vergonzoso - ορισμός. Τι είναι το vergonzoso
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι vergonzoso - ορισμός


vergonzoso      
adj.
1) Que causa vergüenza.
2) Que se avergüenza con facilidad. Se utiliza también como sustantivo.
sust. masc.
Especie de armadillo, con el cuerpo y la cola cubiertos de escamas y las orejas desnudas y redondas. Cuando es perseguido se encoge, metiendo la cabeza y la cola debajo del vientre, y formando como una bola escamosa.
vergonzoso      
vergonzoso, -a
1 adj. y n. Propenso a sentir vergüenza: "Es un niño muy vergonzoso".
2 adj. Se dice de lo que es motivo de vergüenza: "Un asunto vergonzoso".
3 m. Pangolín: mamífero semejante al armadillo, que tiene el cuerpo y la cola cubiertos de escamas y las orejas redondas y peladas; cuando es perseguido, se repliega formando una bola.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για vergonzoso
1. Es vergonzoso", concluyó el viceministro de Exteriores.
2. Ira, desasosiego, falta de dignidad, vergonzoso...
3. Este acto es absolutamente anticatólico. ¡Vergonzoso!", escribe Rubén, otro lector.
4. La Unión Europea desempeña un vergonzoso papel de lacayo.
5. Me parece algo vergonzoso porque no tiene sentido común.
Τι είναι vergonzoso - ορισμός