Το "a" είναι ένα άρθρο, συγκεκριμένα το αόριστο άρθρο στα Αγγλικά.
/aɪ/
Το "a" χρησιμοποιείται για να δηλώσει ένα μη καθορισμένο ή μη συγκεκριμένο αντικείμενο ή πρόσωπο. Είναι συνηθισμένο στη γλώσσα Αγγλικά και χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτά κείμενα, αλλά εμφανίζεται και στον προφορικό λόγο. Η συχνότητα χρήσης του "a" είναι πολύ υψηλή, καθώς είναι ένα από τα πιο κοινά άρθρα.
I saw a bird in the tree.
Είδα ένα πουλί στο δέντρο.
Can you give me a hand?
Μπορείς να μου δώσεις ένα χέρι; (σ.σ. βοήθεια)
She wants to be a doctor.
Αυτή θέλει να γίνει γιατρός.
Το "a" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις και φράσεις που συχνά προσδιορίζουν κάτι σε ασάφεια ή γενικότητα.
A dime a dozen.
Κάτι που είναι κοινό και εύκολο να βρεθεί.
(Π.χ. "In this city, good restaurants are a dime a dozen."
Σε αυτή την πόλη, τα καλά εστιατόρια είναι κοινά.)
A breath of fresh air.
Κάτι που προσφέρει ανανέωση, φρεσκάδα ή νέο αέρα.
(Π.χ. "The new manager is a breath of fresh air."
Ο νέος διευθυντής είναι μια ανάσα φρέσκου αέρα.)
A piece of cake.
Κάτι που είναι πολύ εύκολο.
(Π.χ. "The exam was a piece of cake."
Η εξέταση ήταν πολύ εύκολη.)
Το "a" προέρχεται από τη παλαιά Αγγλικά μορφή "an", που χρησιμοποιείται πριν από φωνηεντικούς ήχους, και προφανώς έχει ρίζες στην αρχαία Γερμανική γλώσσα.