Ad: Ρήμα (συντομογραφία της λέξης "advertisement" στην αγγλική γλώσσα).
Phonetic transcription: /æd/
Η λέξη "ad" αναφέρεται συνήθως σε μια διαφήμιση ή προωθητικό υλικό που χρησιμοποιείται για την προώθηση προϊόντων ή υπηρεσιών. Χρησιμοποιείται ευρέως στη σύγχρονη κουλτούρα, κυρίως σε μέσα μαζικής ενημέρωσης, διαδίκτυο και κοινωνικά δίκτυα. Η εκφορά του είναι πιο συχνή στον προφορικό λόγο, αλλά και σε γραπτές μορφές.
Είδα μια διαφήμιση για ένα νέο smartphone.
The ad on TV caught my attention.
Η διαφήμιση στην τηλεόραση τράβηξε την προσοχή μου.
She created a catchy ad for her business.
Η λέξη "ad" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με τη διαφήμιση και την αγορά. Ακολουθούν ορισμένα παραδείγματα:
Translation: Πρέπει να δημοσιεύσουμε μια διαφήμιση στην τοπική εφημερίδα.
"Full-page ad"
Translation: Η εταιρεία επένδυσε σε μια διαφήμιση που καλύπτει ολόκληρη τη σελίδα για την εκκίνηση του προϊόντος τους.
"Ad blitz"
Η λέξη "ad" είναι μια συντομογραφία του "advertisement", που προέρχεται από το λατινικό "advertere" που σημαίνει "στρέφω την προσοχή σε".
Συνώνυμα: - Advertisment - Notice - Announcement
Αντώνυμα: - Concealment (κάλυψη) - Suppression (καταστολή)
Αυτή η δομή προσφέρει μια ολοκληρωμένη παρουσίαση της λέξης "ad", αντιπροσωπεύοντας την σημασία και τη χρήση της στη γλώσσα αγγλικά, καθώς και παραδείγματα και ιδιωματικές εκφράσεις.