Η φράση "act of grace" χρησιμοποιείται ως ουσιαστικό.
[ækt əv ɡreɪs]
Η φράση "act of grace" αναφέρεται σε μια πράξη που αποδεικνύει καλοσύνη, ευσπλαχνία ή συγχώρεση. Συνήθως χρησιμοποιείται για να περιγράψει καταστάσεις όπου κάποιος παρέχει βοήθεια ή ευνοϊκή μεταχείριση, συχνά σε νομικό ή διοικητικό πλαίσιο. Στη γλώσσα των Αγγλικών, η φράση χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτό πλαίσιο και σε νομικά κείμενα, αν και μπορεί να εμφανιστεί και σε προφορικές συζητήσεις.
Ο κυβερνήτης εξέδωσε μια πράξη χάρης για να μειώσει τις ποινές ορισμένων κρατουμένων.
His act of grace towards the homeless made a significant impact on the community.
Η φράση "act of grace" δεν είναι ιδιαίτερα συχνή σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά σχετίζεται με διάφορες φράσεις που προσδιορίζουν ευγενικές ενέργειες ή απονομή χάρης. Ακολουθούν ορισμένες σχετικές εκφράσεις:
Είναι σημαντικό να δείχνεις μια πράξη χάρης ακόμα και σε δύσκολες καταστάσεις.
A gesture of grace: They made a gesture of grace by donating to the local charity.
Έκαναν μια χειρονομία χάρης δωρεοδότοντας στην τοπική φιλανθρωπία.
An act of mercy or grace: The judge's decision was viewed as an act of mercy or grace.
Η φράση "act of grace" προέρχεται από την αγγλική γλώσσα, με το "act" να σημαίνει "πράξη" και το "grace" να προέρχεται από τη λατινική λέξη "gratia," που σημαίνει "χάρη" ή "ευγενική καλοσύνη."