Ο τίτλος "Air Chief Marshal" είναι ουσιαστικό, κυρίως και σε στρατιωτικό και διοικητικό συμφραζόμενο.
IPA: /ɛər ʧiːf ˈmɑːrʃəl/
Ο όρος "Air Chief Marshal" αναφέρεται σε υψηλό στρατιωτικό βαθμό στις αεροπορίες διαφόρων χωρών. Είναι συνήθως ο ανώτατος ή δεύτερος ανώτατος αξιωματικός στην αεροπορία, υπεύθυνος για την στρατηγική καθοδήγηση και διοίκηση των αεροπορικών δυνάμεων. Χρησιμοποιείται κυρίως σε στρατιωτικά συμφραζόμενα και είναι πιο συχνές στο γραπτό πλαίσιο, αν και μπορεί να εμφανίζεται και στον προφορικό λόγο.
Ο Αεροπορικός Υπαρχηγός απευθύνθηκε στις δυνάμεις κατά τη διάρκεια της ετήσιας τελετής.
After years of service, he was promoted to Air Chief Marshal.
Ο όρος "Air Chief Marshal" δεν είναι συχνά μέρος ιδιωματικών εκφράσεων, αλλά η χρήση του σε στρατιωτικά συμφραζόμενα μπορεί να περιλαμβάνει: - "He consulted with the Air Chief Marshal on tactical decisions." - Συμβουλεύτηκε τον Αεροπορικό Υπαρχηγό για τα τακτικά ζητήματα.
Οι εντολές του Αεροπορικού Υπαρχηγού ακολουθήθηκαν άμεσα.
"In times of conflict, the advice of the Air Chief Marshal is crucial."
Ο όρος "Air Chief Marshal" είναι συνδυασμός τριών λέξεων: - "Air" (αέρας): αναφέρεται σε αεροπορικές δυνάμεις ή υπηρεσίες. - "Chief" (αρχηγός): υποδηλώνει το ανώτατο αξίωμα ή τη θέση. - "Marshal" (μάρσαλος): προέρχεται από τη γερμανική λέξη "marahhal", που σημαίνει «ιππέας» και συνδέεται με στρατιωτική διοίκηση.
Συνώνυμα: - Air Marshal - Air Vice-Marshal (κατώτερος βαθμός)
Αντώνυμα: - Junior Officer (μικρότερος αξιωματικός) - Private (ιδιώτης στρατιώτης)