Ο όρος "American leopard" είναι ουσιαστικό.
[əˈmɛrɪkən ˈlɛpəd]
Ο όρος "American leopard" αναφέρεται σε έναν υποείδος λεοπαρδήλου ή σε συγκεκριμένα είδη που ενδέχεται να έχουν το όνομα "American leopard". Σημαίνει γενικά τους λεοπαρδάλεις που ζουν στην Αμερική, αλλά πιο συγκεκριμένα μπορεί να αναφέρεται στην ιδέα ενός λεοπαρδήλου που έχει ανιχνευθεί στην ήπειρο.
Χρήση στη γλώσσα Αγγλικά: Ο όρος δεν είναι πολύ κοινός και χρησιμοποιείται κυρίως σε επιστημονικά ή οικολογικά συμφραζόμενα.
Συχνότητα χρήσης: Χρησιμοποιείται περισσότερο στο γραπτό κείμενο (επιστημονικές δημοσιεύσεις, βιβλία για ζώα) παρά στον προφορικό λόγο.
The American leopard is a rare sight in the wild.
Μια σπάνια εικόνα του αμερικανικού λεοπάρδαλη είναι η άγρια φύση.
Many documentaries feature the American leopard in its natural habitat.
Πολλές ντοκιμαντέρ παρουσιάζουν τον αμερικανικό λεοπάρδαλη στον φυσικό του χώρο.
Scientists are studying the behavior of the American leopard.
Οι επιστήμονες μελετούν τη συμπεριφορά του αμερικανικού λεοπάρδαλη.
Ο όρος "American leopard" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορώ να δημιουργήσω εκφράσεις που σχετίζονται με λεοπαρδάλεις γενικά:
"He’s as elusive as an American leopard in the jungle."
Είναι τόσο άφαντος όσο ένας αμερικανικός λεοπάρδαλης στην ζούγκλα.
"Finding the truth in this situation is like spotting an American leopard."
Να βρεις την αλήθεια σε αυτή την κατάσταση είναι σαν να εντοπίζεις έναν αμερικανικό λεοπάρδαλη.
"His talents are hidden like an American leopard in the foliage."
Τα ταλέντα του είναι κρυμμένα όπως ένας αμερικανικός λεοπάρδαλης στα φυλλώματα.
Η λέξη "leopard" προέρχεται από το ελληνικό "λεοπαρδάλεις" (λεων = λιοντάρι + πάρδαλη = λεοπαρδάλεις) και έχει περάσει μέσω των Λατινικών.
Συνώνυμα: - Panthera pardus (το επιστημονικό όνομα του λεοπαρδήλου)
Αντώνυμα: - Δεν υπάρχουν άμεσα αντώνυμα για τον όρο, καθώς πρόκειται για μια συγκεκριμένη ενοποίηση που δεν ανήκει σε έναν ευρύτερο διαχωρισμό. Ωστόσο, μπορεί να εννοηθεί ως εκπρόσωπος για άλλες γάτες όπως τα λιοντάρια ή οι τίγρεις, ανάλογα με τα συμφραζόμενα.