Benzedrine - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

Benzedrine (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Φωνητική Μεταγραφή

/ˈbɛn.zə.driːn/

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η Βενζεδρίνη είναι ένα φάρμακο που ανήκει στην κατηγορία των διεγερτικών. Χρησιμοποιείται ιστορικά για την αντιμετώπιση της ναρκοληψίας, του άσθματος και άλλων αναπνευστικών παθήσεων, αλλά έχει επίσης χρησιμοποιηθεί κατά τη διάρκεια των πολέμων για την αύξηση της αντοχής και της συγκέντρωσης.

Η χρήση της βενζεδρίνης έχει μειωθεί λόγω πιθανών εξαρτήσεων και παρενεργειών που μπορεί να προκαλέσει. Η πραγματική της σκοπιμότητα και οι επιπτώσεις της έχουν προκαλέσει έντονες συζητήσεις στον τομέα της ιατρικής και της ψυχιατρικής. Στη γλώσσα των Αγγλικά, η βενζεδρίνη χρησιμοποιείται πιο συχνά στο γραπτό κείμενο, ιδιαίτερα σε ιατρικές και επιστημονικές συζητήσεις.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. The doctor prescribed Benzedrine to help manage her narcolepsy.
    (Ο γιατρός συνταγογράφησε βενζεδρίνη για να βοηθήσει στη διαχείριση της ναρκοληψίας της.)

  2. During the war, many soldiers were given Benzedrine to stay awake.
    (Κατά τη διάρκεια του πολέμου, πολλοί στρατιώτες έλαβαν βενζεδρίνη για να παραμείνουν ξύπνιοι.)

  3. Benzedrine was once popular among students for its stimulant effects.
    (Η βενζεδρίνη ήταν κάποτε δημοφιλής μεταξύ των φοιτητών για τις διεγερτικές της επιδράσεις.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η βενζεδρίνη μπορεί να μην χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά η έννοια της διεγερτικής δράσης μπορεί να παρατηρηθεί σε εκφράσεις που αναφέρονται σε ενίσχυση της ενέργειας ή της συγκέντρωσης.

  1. "He was running on Benzedrine during finals week."
    (Έτρεχε με βενζεδρίνη κατά την εβδομάδα των τελικών.)

  2. "Her mind felt like it was fueled by Benzedrine as she worked late into the night."
    (Το μυαλό της ένιωθε σαν να τροφοδοτείται από βενζεδρίνη καθώς εργαζόταν αργά το βράδυ.)

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "Benzedrine" προέρχεται από το "benzene" (βενζόλιο) και το "amphetamine" (αμφεταμίνη), καθώς η βενζεδρίνη είναι ένα παράγωγο στην κατηγορία των αμφεταμινών. Δημιουργήθηκε τη δεκαετία του 1920 και αρχικά προοριζόταν για ιατρική χρήση.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Amphetamine (Αμφεταμίνη) - Stimulant (Διεγερτικό)

Αντώνυμα: - Sedative (Κατασταλτικό) - Depressant (Κατασταλτικός παράγοντας)



25-07-2024