Ουσιαστικό
/ˌʧɪp.ənˈdeɪl/
Ο όρος "Chippendale" αναφέρεται σε ένα συγκεκριμένο στυλ επίπλων που δημιουργήθηκε από τον Άγγλο σχεδιαστή επίπλων Thomas Chippendale τον 18ο αιώνα. Αυτό το στυλ χαρακτηρίζεται από περίπλοκα σχέδια, καμπυλωτές γραμμές και λεπτομερείς λεπτομέρειες. Χρησιμοποιείται συχνά στις συζητήσεις για την ιστορία των επίπλων και της διακόσμησης εσωτερικών χώρων.
The Chippendale style is known for its intricate carvings and elegant lines.
(Το στυλ Chippendale είναι γνωστό για τα περίπλοκα αγάλματα και τις κομψές γραμμές.)
Many antique shops feature Chippendale furniture due to its historical value.
(Πολλά παλαιοπωλεία διαθέτουν έπιπλα Chippendale λόγω της ιστορικής τους αξίας.)
He decided to restore his Chippendale chair to its original condition.
(Αποφάσισε να αποκαταστήσει την καρέκλα Chippendale στην αρχική της κατάσταση.)
Η λέξη "Chippendale" δεν χρησιμοποιείται συνήθως σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να αναφερθεί σε συγκεκριμένα στυλ ή κατασκευές στους τομείς της τέχνης και σχεδίου.
Their living room exudes elegance with its Chippendale furniture.
(Το σαλόνι τους εκπέμπει κομψότητα με τα έπιπλα Chippendale.)
She has a unique collection of Chippendale pieces that she proudly displays.
(Έχει μια μοναδική συλλογή από κομμάτια Chippendale που επιδεικνύει περήφανα.)
Chippendale styles remain popular among antique collectors today.
(Τα στυλ Chippendale παραμένουν δημοφιλή μεταξύ των συλλεκτών αντίκας σήμερα.)
Ο όρος "Chippendale" προέρχεται από το όνομα του Thomas Chippendale, ο οποίος ήταν ενεργός τον 18ο αιώνα και είναι αναγνωρισμένος για τη δημιουργία επίπλων καθώς και των σχεδίων του που αποτύπωσαν την αριστοκρατική αισθητική της εποχής.
Rococo furniture
Αντώνυμα: