Το "DBA" είναι συντομογραφία και μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ουσιαστικό.
/ˈdiːbiːeɪ/
Ο όρος "DBA" (Database Administrator) αναφέρεται σε έναν επαγγελματία που διαχειρίζεται τις βάσεις δεδομένων μιας επιχείρησης. Οι DBA είναι υπεύθυνοι για εγκατάσταση, παρακολούθηση, συντήρηση και ασφάλεια των δεδομένων. Η χρήση αυτού του όρου είναι περισσότερο συχνή σε τεχνικά και επιχειρηματικά περιβάλλοντα και λιγότερο στον προφορικό λόγο.
"Ο DBA διασφάλισε ότι η βάση δεδομένων ήταν τακτικά εφεδρική."
"It's critical for a DBA to monitor database performance."
"Είναι κρίσιμο για έναν DBA να παρακολουθεί την απόδοση της βάσης δεδομένων."
"Many companies rely heavily on their DBA to maintain data integrity."
Ο όρος "DBA" δεν συναντάται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ευρύτερα συμφραζόμενα σχετικά με τη διαχείριση δεδομένων και τη βάση δεδομένων. Ωστόσο, ορισμένες εκφράσεις ή φράσεις που τη σχετίζονται είναι οι εξής:
"Ένας DBA φορά πολλά καπέλα όταν πρόκειται για τη διαχείριση δεδομένων."
"Having a skilled DBA can make or break a company's data strategy."
"Η ύπαρξη ενός ικανού DBA μπορεί να είναι καθοριστική για τη στρατηγική δεδομένων μιας εταιρείας."
"In today's data-driven world, every DBA is a key player."
Η συντομογραφία "DBA" προέρχεται από την αγγλική γλώσσα, όπου "D" σημαίνει "Database" (βάση δεδομένων), "B" σημαίνει "Base" (βάση), και "A" για "Administrator" (διαχειριστής).