Η λέξη "due" είναι επίθετο, αλλά μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί ως προθετικό.
/djuː/
Η λέξη "due" χρησιμοποιείται στη αγγλική γλώσσα για να δηλώσει κάτι που είναι οφειλόμενο, προγραμματισμένο ή αναμενόμενο σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Χρησιμοποιείται συχνά στο γραπτό λόγο αλλά και στον προφορικό λόγο. Η συχνότητα χρήσης της είναι σχετικά υψηλή, ιδιαίτερα σε επιχειρηματικά και καθημερινά πλαίσια.
Η πληρωμή είναι οφειλόμενη την επόμενη εβδομάδα.
His assignment is due tomorrow at noon.
Η εργασία του είναι προγραμματισμένη για αύριο το μεσημέρι.
The train is due to arrive at 5 PM.
Η λέξη "due" χρησιμοποιείται και σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στην αγγλική γλώσσα.
"Πριν κάνετε μια επένδυση, πάντα να κάνετε την απαιτούμενη έρευνα."
All things being equal, it's due to rain tomorrow.
"Όλα τα άλλα παραμένοντας ίσα, αναμένεται βροχή αύριο."
Due for a change
"Νομίζω ότι χρειάζεται μια αλλαγή μετά από όλα αυτά τα χρόνια."
Due process
Η λέξη "due" προέρχεται από τον Λατινικό όρο "debere", που σημαίνει "να οφείλεται".