Dent - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

Dent (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Dent είναι ουσιαστικό και ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

/dɛnt/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "dent" αναφέρεται σε μια μικρή πενιχρή ή εγκοπή στην επιφάνεια ενός αντικειμένου, συνήθως σε μέταλλο ή πλαστικό. Ως ρήμα, σημαίνει να προκαλέσετε αυτή την εγκοπή σε ένα αντικείμενο. Χρησιμοποιείται συχνά σε σχέση με αυτοκίνητα ή άλλα οχήματα, όπου οι "dents" μπορεί να είναι αποτέλεσμα χτυπήματος ή πρόσκρουσης. Η χρήση αυτής της λέξης είναι αρκετά συχνή και απαντάται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "dent" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις, κυρίως στο πλαίσιο μεταφορικών εννοιών:

Ετυμολογία

Η λέξη "dent" προέρχεται από το γαλλικό "denter", που σημαίνει "να κάνεις εγκοπή" και έχει τις ρίζες της στη λατινική λέξη "dentatus", που σημαίνει "με δόντια" ή "γεμάτος δόντια".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Dimple - Indentation - Hollow

Αντώνυμα: - Bump (προεξοχή) - Protuberance (προβολή) - Elevated area (ανυψωμένη περιοχή)



25-07-2024