Ο όρος "Dial-Up Networking" είναι ουσιαστικό (noun).
/ˈdaɪl ʌp ˈnɛt.wɜː.kɪŋ/
"Dial-Up Networking" αναφέρεται σε μια τεχνολογία δικτύωσης που επιτρέπει τη σύνδεση υπολογιστών ή άλλων συσκευών στο διαδίκτυο μέσω τηλεφωνικών γραμμών. Αυτή η μέθοδος χρησιμοποιεί ένα modem για να επιτύχει μια σύνδεση μέσω αναλογικής τηλεφωνικής γραμμής. Η χρήση του είναι λιγότερο συχνή σήμερα, καθώς οι υψηλότερες ταχύτητες, όπως οι DSL ή οι οπτικές ίνες, έγιναν πιο διαδεδομένες.
Η έννοια αυτή χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτό περιβάλλον στον τομέα της τεχνολογίας της πληροφορίας και ίσως λιγότερο στον καθημερινό προφορικό λόγο. Ωστόσο, η αναφορά σε "dial-up" μπορεί να συμβαδίζει με συζητήσεις που σχετίζονται με την τεχνολογία του διαδικτύου.
Η δικτύωση μέσω τηλεφώνου ήταν το κύριο μέσο σύνδεσης στο διαδίκτυο στα τέλη της δεκαετίας του 1990.
"Many people still remember the sound of Dial-Up Networking as they connected to the web."
Πολλοί άνθρωποι θυμούνται ακόμα τον ήχο της δικτύωσης μέσω τηλεφώνου καθώς συνδέονταν στο διαδίκτυο.
"Despite its slow speed, Dial-Up Networking allowed users to access online information."
Ο όρος "dial-up" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά ακολουθούν κάποιες προτάσεις που αναφέρονται στην αναλογική τεχνολογία ή τον παλιό τρόπο σύνδεσης:
Το να γυρνάς πίσω στη δικτύωση μέσω τηλεφώνου μοιάζει σαν να μπαίνεις σε μηχανή του χρόνου.
"The days of dial-up are long gone, but they hold a special place in our memories."
Οι μέρες της δικτύωσης μέσω τηλεφώνου έχουν περάσει προ πολλού, αλλά κατέχουν μια ιδιαίτερη θέση στις αναμνήσεις μας.
"Living with dial-up taught us the value of patience."
Ο όρος "dial-up" προέρχεται από τη λογική των τηλεφωνικών κλήσεων (dial) που χρησιμοποιούνταν για τη σύνδεση σε ένα δίκτυο (up). Ο όρος "networking" αναφέρεται στη σύνδεση και την αλληλεπίδραση μεταξύ διαφορετικών συσκευών ή υπολογιστών.
Συνώνυμα: - Modem networking - Phone line connection
Αντώνυμα: - Broadband networking - High-speed internet