Το "Drill Regulations" λειτουργεί ως ουσιαστικό στην Αγγλική γλώσσα.
/drɪl ˌrɛɡjʊˈleɪʃənz/
Οι "Drill Regulations" αναφέρονται σε ένα σύνολο κανόνων και οδηγιών που διέπουν τη διαδικασία εκπαίδευσης και άσκησης, συχνά σε στρατιωτικά ή άλλα οργανωμένα πλαίσια. Χρησιμοποιούνται κυρίως σε συμφράσεις όπου η πειθαρχία, η ασφάλεια και η κανονιστικότητα είναι κρίσιμες. Αυτοί οι κανονισμοί είναι κεντρικοί σε οργανισμούς που απαιτούν δομημένη εκπαίδευση, όπως οι στρατιωτικές δυνάμεις, η πυροσβεστική, ή οι υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης. Η χρήση του όρου είναι πιο συχνή σε γραπτό πλαίσιο, ειδικά σε σχετικές οδηγίες και εγχειρίδια.
The drill regulations are essential for maintaining order during training sessions.
(Οι κανονισμοί άσκησης είναι ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση της τάξης κατά τη διάρκεια των συνεδριών εκπαίδευσης.)
Each participant must familiarize themselves with the drill regulations before the exercise.
(Κάθε συμμετέχων πρέπει να εξοικειωθεί με τους κανονισμούς άσκησης πριν από την άσκηση.)
Ο όρος "Drill Regulations" δεν έχει πολλές συγκεκριμένες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συνδυαστεί με άλλες λέξεις για να δημιουργήσει αρκετές εκφράσεις σε συγκεκριμένα συμφραζόμενα.
"Follow drill regulations to the letter."
(Ακολουθήστε τους κανονισμούς άσκησης κατά γράμμα.)
"Failure to adhere to drill regulations can result in disciplinary action."
(Η αποτυχία συμμόρφωσης με τους κανονισμούς άσκησης μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα πειθαρχικές ενέργειες.)
"Drill regulations are designed to ensure safety during exercises."
(Οι κανονισμοί άσκησης έχουν σχεδιαστεί για να διασφαλίζουν την ασφάλεια κατά τη διάρκεια των ασκήσεων.)
Η λέξη "drill" προέρχεται από τη μέση Αγγλική λέξη "drillen", που σημαίνει "να τρυπάει" ή "να γυρίζει". Χρησιμοποιούνταν αρχικά για να περιγράψει διαδικασίες εκπαίδευσης και επαναλαμβανόμενη άσκηση. Η λέξη "regulations" προέρχεται από τη λατινική λέξη "regulatio", που σημαίνει "ρυθμίσεις" ή "κανόνες".
Συνώνυμα: - Rules - Guidelines - Standards
Αντώνυμα: - Chaos - Disorder - Anarchy