Hessian boots - Ουσιαστικό (plural)
/ˈhɛʃən bʊts/
Hessian boots αναφέρονται σε ένα είδος μπότες που παραδοσιακά έχουν κατασκευαστεί από ύφασμα hessian (ή σκαγκάρα), το οποίο είναι ένα σκληρό, καφέ υλικό. Οι μπότες αυτές συνήθως είναι ανθεκτικές και άνετες, συχνά χρησιμοποιούμενες για εργασία ή εκτός δρόμου. Χρησιμοποιούνται κυρίως σε αγροτικές ή στρατιωτικές καταστάσεις.
Συχνότητα χρήσης: Η φράση "Hessian boots" δεν χρησιμοποιείται συχνά στην καθημερινή ομιλία, ωστόσο έχει κάποια συχνότητα στο κείμενο που σχετίζεται με ιστορικά ή στρατιωτικά θέματα.
Φορούσε τις χεσιάνες μπότες της ενώ περπατούσε μέσα από τα βαλτωμένα χωράφια.
Historically, Hessian boots were favored by soldiers for their durability.
Ιστορικά, οι χεσιάνες μπότες προτιμούνταν από τους στρατιώτες για την ανθεκτικότητά τους.
I need to buy a new pair of Hessian boots before the winter season.
Η φράση "Hessian boots" δεν έχει πολλές ίδιες ή γνωστές ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο μπορεί να χρησιμεύσει ως βάση για κάποιες πιο συγκεκριμένες προσφορές:
"Περπατώντας ορθοστάτη με τις χεσιάνες μπότες μου".
"Kick up some mud in my Hessian boots" - Suggesting disrupting the norm or creating a splash in a matter.
"Σκηνοθετώ λίγη λάσπη με τις χεσιάνες μπότες μου".
"Hessian boots for the working man" - A phrase denoting practicality and resilience.
Η λέξη "Hessian" προέρχεται από τον Γερμανό στρατηγό "Hessian soldiers" που πολέμησαν στην Αμερικανική επανάσταση και φορούσαν τέτοιες μπότες. Το "boot" αναφέρεται στο τύπο του υποδημάτων.
Συνώνυμα: - Work boots (μπότες εργασίας) - Rigid footwear (άκακα υποδήματα)
Αντώνυμα: - Dress shoes (επίσημα παπούτσια) - Sandals (σανδάλια)
Αυτές οι πληροφορίες θα σας δώσουν μια ολοκληρωμένη κατανόηση της φράσης "Hessian boots" και της σημασίας της.