Mats είναι ουσιαστικό.
/mæts/
Η λέξη "mats" αναφέρεται σε επίπεδες πλάκες ή κομμάτια υλικού (όπως καουτσούκ, ύφασμα ή πλαστικό) που χρησιμοποιούνται σε διάφορους χώρους, όπως στο σπίτι, στο γυμναστήριο ή σε αθλητικές εγκαταστάσεις. Χρησιμοποιούνται συχνά για να προσφέρουν άνεση ή προστασία. Μπορεί να χρησιμοποιούνται και για στήριξη ή μόνο για να καλύψουν το έδαφος. Η συχνότητα χρήσης της λέξης "mats" είναι σχετική, χρησιμοποιείται συχνά τόσο σε προφορικό όσο και σε γραπτό λόγο.
Τα παιδιά έπαιξαν στα ματ κατά τη διάρκεια της γυμναστικής.
Yoga mats are essential for practicing in a comfortable way.
Τα ματ γιόγκα είναι απαραίτητα για να εξασκηθείτε με άνεση.
We need new mats for the floor in the living room.
Η λέξη "mats" δεν είναι ιδιαίτερα συνηθισμένη σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κάποιες περιπτώσεις που αναφέρονται στη χρήση ή τα χαρακτηριστικά των ματ:
Μην είσαι ματ που περπατάει ο καθένας από πάνω. (Να μην επιτρέπεις στους άλλους να σε εκμεταλλεύονται.)
"Roll out the mats and get ready for the session."
Ξεδιπλώστε τα ματ και ετοιμαστείτε για την συνεδρία. (Δηλώνει προετοιμασία για δραστηριότητα ή συνάντηση.)
"He thought he could just roll over the mats."
Η λέξη "mat" προέρχεται από το γαλλικό "matte", που σημαίνει "περίβλημα" ή "επικάλυψη". Η χρήση της χρονολογείται από τον 14ο αιώνα.
Συνώνυμα: - Rugs (χαλιά) - Mats (ματακιές)
Αντώνυμα: - Floors (δάπεδα) - Blankets (κουβέρτες - σε περιβάλλον που δεν είναι η ίδια χρήση)
Αυτή είναι μια ολοκληρωμένη παρουσίαση της λέξης "mats".