Το "Mode" είναι ουσιαστικό. Η συντομογραφία "6Ah" δεν είναι λέξη αλλά αναφορά σε μια μονάδα μέτρησης, συνήθως που σχετίζεται με μπαταρίες (6 amp hours).
Mode: /moʊd/
Η λέξη "mode" σημαίνει τον τρόπο ή τη μέθοδο με την οποία κάτι γίνεται. Σε διάφορα πλαίσια, μπορεί να χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια κατάσταση ή κατηγορία λειτουργίας, όπως σε "λειτουργία" ή "παράμετρος". Είναι συχνά χρησιμοποιούμενη στη γλώσσα των ηλεκτρονικών και των υπολογιστών και μπορεί να αναφέρεται σε διαφορετικές ρυθμίσεις προγραμμάτων ή συσκευών.
Η χρήση της είναι πιο συχνή σε γραπτά κείμενα, αλλά και στον προφορικό λόγο, ιδιαίτερα σε τεχνικά και επιστημονικά συμφραζόμενα.
Η συσκευή διαθέτει μια ειδική λειτουργία για εξοικονόμηση ενέργειας.
You can switch the mode by pressing the button.
Μπορείτε να αλλάξετε τη λειτουργία πατώντας το κουμπί.
This application offers a night mode for easier reading.
Εκείνη λειτουργεί με διαφορετικό τρόπο όταν είναι στη δουλειά.
Change mode
Πρέπει να αλλάξει τρόπο αν θέλει να πετύχει σε αυτό το νέο έργο.
Be in a zen mode
Όταν διαλογίζεται, είναι σε κατάσταση ηρεμίας.
Go into sleep mode
Ο υπολογιστής θα μπει σε κατάσταση αναμονής μετά από 10 λεπτά αδράνειας.
On a different mode
Η δημιουργικότητά του είναι σε διαφορετική λειτουργία όταν είναι υπό πίεση.
Be in learning mode
Η λέξη "mode" προέρχεται από την λατινική λέξη modus, που σημαίνει «μέτρο» ή «τρόπος». Η χρήση της επεκτάθηκε στους τομείς της γλώσσας και της τεχνολογίας.
Συνώνυμα: - Way (τρόπος) - Method (μέθοδος) - State (κατάσταση)
Αντώνυμα: - Disorder (ασυδοσία) - Chaos (χάος)
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα για τη λέξη "Mode" και τις σχετικές της εννοιές και χρήσεις.