Sovcaine είναι ένα ουσιαστικό.
/sɒvˈkeɪn/
Sovcaine είναι ένα φαρμακευτικό προϊόν που περιέχει την ουσία εναμερκαϊνη (ή εναμερκαϊνη), η οποία χρησιμοποιείται κυρίως ως τοπικό αναισθητικό. Συνήθως χρησιμοποιείται για τη θεραπεία του πόνου και μπορεί να κατασταλεί στην οδοντιατρική και σε άλλες ιατρικές διαδικασίες.
Η χρήση του Sovcaine είναι πιο συχνή σε ιατρικά κείμενα και προφορικό λόγο, αλλά σε επαγγελματικά περιβάλλοντα μπορεί να είναι λιγότερο συχνή στην καθημερινή συνομιλία.
The dentist applied Sovcaine before starting the procedure.
(Ο οδοντίατρος χρησιμοποίησε σοβκαϊνη πριν ξεκινήσει τη διαδικασία.)
After the injection of Sovcaine, the patient felt immediate relief.
(Μετά την ένεση της σοβκαϊνης, ο ασθενής ένιωσε άμεση ανακούφιση.)
H σοβκαϊνη δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις στην αγγλική γλώσσα. Ωστόσο, μπορεί να σχετίζεται με κλινικές καταστάσεις ή φάρμακα που ανακουφίζουν τον πόνο. Οι παρακάτω προτάσεις δείχνουν την συσχέτιση της σοβκαϊνης με την ανακούφιση από τον πόνο:
After the Sovcaine wore off, the pain returned.
(Μετά την επίδραση της σοβκαϊνης, ο πόνος ξαναήρθε.)
Patients often express their anxiety about receiving Sovcaine injections.
(Οι ασθενείς συχνά εκφράζουν το άγχος τους σχετικά με τις ενέσεις σοβκαϊνης.)
The effectiveness of Sovcaine depends on the dosage and application area.
(Η αποτελεσματικότητα της σοβκαϊνης εξαρτάται από τη δοσολογία και την περιοχή εφαρμογής.)
Η λέξη "Sovcaine" προέρχεται από το όνομα του φαρμακευτικού προϊόντος που σχετίζεται με αναισθητικά και την εναμερκαϊνη, η οποία είναι η κύρια χημική ουσία του φαρμάκου. Η ονομασία συνδυάζει αναφορές που σχετίζονται με την αναισθησία.
Η σοβκαϊνη μπορεί να σχετίζεται με την εξάλειψη του πόνου μέσω τοπικής αναισθησίας, και έτσι, οι αντώνυμοι όροι σχετίζονται άμεσα με την πίεση ή την αίσθηση που προκαλεί η παρουσία του πόνου.