Φράση (Noun Phrase)
/steɪt lɔː/
Ο όρος state law αναφέρεται στους νόμους που ισχύουν μέσα στα όρια μιας συγκεκριμένης πολιτείας στις Ηνωμένες Πολιτείες, ανεξάρτητα από τους ομοσπονδιακούς νόμους. Αυτοί οι νόμοι καλύπτουν διάφορες πτυχές της καθημερινής ζωής, όπως η εκπαίδευση, η υγεία, η δημόσια ασφάλεια και οι ποινικές διαδικασίες. Η σημασία του όρου έγκειται στο γεγονός ότι οι πολιτείες έχουν το δικαίωμα να νομοθετούν σχετικά με θέματα που δεν καλύπτονται άμεσα από τους ομοσπονδιακούς νόμους.
Ο όρος χρησιμοποιείται συχνά και στις δύο μορφές λόγου, είτε προφορικά είτε γραπτά. Στην νομική και πολιτική συζήτηση, είναι ιδιαίτερα συχνός, καθώς οι νόμοι των πολιτειών διαφέρουν από πολιτεία σε πολιτεία, κάτι που μπορεί να έχει σημαντικές συνέπειες για τους πολίτες.
Ο πολιτειακός νόμος απαιτεί όλοι οι οδηγοί να φορούν ζώνες ασφαλείας.
The recent changes in state law have affected local businesses.
Οι πρόσφατες αλλαγές στον πολιτειακό νόμο έχουν επηρεάσει τις τοπικές επιχειρήσεις.
Understanding state law is crucial for anyone starting a business.
Ο όρος state law δεν αποτελεί τμήμα κοινών ιδιωματικών εκφράσεων, ωστόσο μπορεί να συνδυαστεί με άλλες λέξεις για να σχηματίσει φράσεις που χρησιμοποιούνται συχνά σε νομικά ή πολιτικά συμφραζόμενα. Ορισμένες εκφράσεις μπορεί να περιλαμβάνουν:
Οι υπηρεσίες επιβολής του νόμου της πολιτείας λαμβάνουν αυστηρότερα μέτρα.
Under state law, certain actions are deemed illegal.
Σύμφωνα με τον πολιτειακό νόμο, ορισμένες ενέργειες θεωρούνται παράνομες.
State law often varies significantly from federal regulations.
Ο πολιτειακός νόμος συχνά διαφέρει σημαντικά από τις ομοσπονδιακές κανονιστικές ρυθμίσεις.
Changes in state law can lead to litigation.
Οι αλλαγές στον πολιτειακό νόμο μπορεί να οδηγήσουν σε δικαστικές διαμάχες.
Consulting with a lawyer familiar with state law is advisable.
Ο όρος state law προέρχεται από την Αγγλική γλώσσα, όπου "state" σημαίνει πολιτεία ή κράτος, και "law" σημαίνει νόμος. Η χρήση του όρου έχει τις ρίζες της στην ανάπτυξη των νομικών συστημάτων κατά τον 19ο και 20ό αιώνα, καθώς οι πολιτείες άρχισαν να αποκτούν μεγαλύτερη αυτονομία στη ρύθμιση τοπικών θεμάτων.
Συνώνυμα: - πολιτειακή νομοθεσία - νόμοι πολιτείας
Αντώνυμα: - ομοσπονδιακός νόμος - εθνικός νόμος
Αυτή είναι η ανάλυση της φράσης "state law", καλύπτοντας όλους τους ζητούμενους τομείς.