Το "Tom" είναι ένα όνομα και λειτουργεί ως ουσιαστικό.
/ tɒm /
Το "Tom" μεταφράζεται ως "Τομ" στα Ελληνικά. Είναι ένα προσωπικό όνομα και δεν έχει άλλη μετάφραση.
Το "Tom" είναι ένα κοινό ανδρικό όνομα, συχνά μια συντομογραφία του "Thomas". Χρησιμοποιείται με μεγάλη συχνότητα στον προφορικό και γραπτό λόγο, κυρίως για να αναφερθούν σε έναν συγκεκριμένο άντρα ή να δώσουν ένα παράδειγμα δήλωσης.
Ο Τομ έρχεται στο πάρτι απόψε.
Have you seen Tom lately?
Έχεις δει τον Τομ πρόσφατα;
Tom loves to play football on weekends.
Το "Tom" δεν είναι κοινό σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πολλές φράσεις που αφορούν ανθρώπους. Εδώ είναι μερικές προτάσεις που περιλαμβάνουν το όνομα "Tom":
Ο Τομ και ο Τζέρι ήταν πάντα αντίπαλοι.
Whenever Tom is around, there is always laughter.
Όποτε ο Τομ είναι γύρω, υπάρχει πάντα γέλιο.
Tom from accounting is the best at solving problems.
Ο Τομ από το λογιστήριο είναι ο καλύτερος στην επίλυση προβλημάτων.
Have you met Tom the new intern?
"Tom" προέρχεται από το εβραϊκό όνομα "T'oma" που σημαίνει "δίδυμος". Στην Αγγλία, το όνομα "Thomas" έγινε δημοφιλές κατά τον Μεσαίωνα.
Συνώνυμα: Thomas (επίσημη μορφή)
Αντώνυμα: Δεν υπάρχει συγκεκριμένο αντίθετο, καθώς είναι προσωπικό όνομα.