YP - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

YP (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

YP δεν αποτελεί λέξη ή φράση της αγγλικής γλώσσας, αλλά είναι συχνά χρησιμοποιούμενος συντομογραφικός όρος που μπορεί να αναφέρεται σε διάφορα πράγματα. Συνήθως, παραπέμπει σε "Young People" (Νεαρά Άτομα) στην αργκό ή σε άλλες συγκεκριμένες οργανώσεις, όπως τον "Yelp" ή τον "Yellow Pages".

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή μπορεί να ποικίλει ανάλογα με τη συγκεκριμένη χρήση, αλλά στον πιο γενικό της όρο, μπορεί να αποδοθεί ως:
/ waɪ pi /

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η σημασία της συντομογραφίας "YP" συνήθως αναφέρεται στη νεολαία, στη συνάφεια με την κοινότητα ή κοινωνικές οργανώσεις που ασχολούνται με τις ανάγκες ή τα προβλήματα των νέων. Χρησιμοποιείται κυρίως στο γραπτό πλαίσιο, αλλά μπορεί επίσης να ακουστεί συχνά και προφορικά σε σχετικές συζητήσεις. Η συχνότητά της ποικίλλει ανάλογα με το πολιτισμικό και κοινωνικό περιβάλλον.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. YP is an important demographic for marketers.
  2. Η νεολαία είναι ένα σημαντικό δημογραφικό στοιχείο για τους διαφημιστές.

  3. Many programs focus on the needs of YP in our community.

  4. Πολλά προγράμματα επικεντρώνονται στις ανάγκες των νεαρών ατόμων στην κοινότητά μας.

  5. YP initiatives aim to empower young people.

  6. Οι πρωτοβουλίες για τη νεολαία επιδιώκουν να ενδυναμώσουν τους νέους.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Μερικές ιδιωματικές φράσεις κάνουν χρήση της έννοιας 'Νεολαία':

  1. "YP on the rise"
  2. Η νεολαία σε άνοδο.

  3. "Mentoring YP for the future"

  4. Καθοδήγηση της νεολαίας για το μέλλον.

  5. "YP engagement in social issues"

  6. Η συμμετοχή της νεολαίας σε κοινωνικά ζητήματα.

  7. "Addressing YP challenges"

  8. Αντιμετώπιση των προκλήσεων της νεολαίας.

Ετυμολογία

Η συντομογραφία "YP" προέρχεται από τη λέξη "Young People", που καλύπτει γενικά νεαρότερους ανθρώπους, κυρίως σε κοινωνικό ή πολιτιστικό πλαίσιο.

Συνώνυμα και Αντώνυμα



25-07-2024