a - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

a (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "a" είναι ένα άρθρο, συγκεκριμένα το αόριστο άρθρο στα Αγγλικά.

Φωνητική μεταγραφή

/aɪ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Το "a" χρησιμοποιείται για να δηλώσει ένα μη καθορισμένο ή μη συγκεκριμένο αντικείμενο ή πρόσωπο. Είναι συνηθισμένο στη γλώσσα Αγγλικά και χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτά κείμενα, αλλά εμφανίζεται και στον προφορικό λόγο. Η συχνότητα χρήσης του "a" είναι πολύ υψηλή, καθώς είναι ένα από τα πιο κοινά άρθρα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. I saw a bird in the tree.
    Είδα ένα πουλί στο δέντρο.

  2. Can you give me a hand?
    Μπορείς να μου δώσεις ένα χέρι; (σ.σ. βοήθεια)

  3. She wants to be a doctor.
    Αυτή θέλει να γίνει γιατρός.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Το "a" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις και φράσεις που συχνά προσδιορίζουν κάτι σε ασάφεια ή γενικότητα.

  1. A dime a dozen.
    Κάτι που είναι κοινό και εύκολο να βρεθεί.
    (Π.χ. "In this city, good restaurants are a dime a dozen."
    Σε αυτή την πόλη, τα καλά εστιατόρια είναι κοινά.)

  2. A breath of fresh air.
    Κάτι που προσφέρει ανανέωση, φρεσκάδα ή νέο αέρα.
    (Π.χ. "The new manager is a breath of fresh air."
    Ο νέος διευθυντής είναι μια ανάσα φρέσκου αέρα.)

  3. A piece of cake.
    Κάτι που είναι πολύ εύκολο.
    (Π.χ. "The exam was a piece of cake."
    Η εξέταση ήταν πολύ εύκολη.)

Ετυμολογία

Το "a" προέρχεται από τη παλαιά Αγγλικά μορφή "an", που χρησιμοποιείται πριν από φωνηεντικούς ήχους, και προφανώς έχει ρίζες στην αρχαία Γερμανική γλώσσα.

Συνώνυμα και Αντώνυμα



25-07-2024