Η φράση "a peaceable agreement" σημαίνει μια συμφωνία που επιτυγχάνεται με ειρηνικό και χωρίς συγκρούσεις τρόπο. Χρησιμοποιείται συχνά στη γλώσσα Αγγλικά για να αναφερθεί σε διπλωματικές ή νομικές συμφωνίες που δεν περιλαμβάνουν βία ή αντιπαραθέσεις. Η χρήση της είναι πιο συχνή σε γραπτά και επίσημα πλαίσια παρά στον προφορικό λόγο.
Μια ειρηνική συμφωνία επιτεύχθηκε μεταξύ των δύο χωρών για να επιλυθούν οι διαφορές τους.
They signed a peaceable agreement to end the long-standing conflict.
Η λέξη "peaceable" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με την ειρήνη και τη συμφωνία: 1. Peaceable protests are essential for democratic societies. - Οι ειρηνικές διαμαρτυρίες είναι απαραίτητες για τις δημοκρατικές κοινωνίες.
Η συνθήκη σχεδιάστηκε για να δημιουργήσει μια ειρηνική συνεύρεση μεταξύ των εθνών.
After years of disagreement, they finally achieved peaceable resolutions to their issues.
Μετά από χρόνια διαφωνιών, τελικά πέτυχαν ειρηνικές λύσεις στα προβλήματά τους.
It’s important to maintain a peaceable mindset when negotiating terms.
Είναι σημαντικό να διατηρείτε μια ειρηνική νοοτροπία κατά την διαπραγμάτευση όρων.
The community organizes peaceable gatherings to promote harmony and understanding.
Για "agreement": συμφωνία, σύμβαση, συναίνεση
Αντώνυμα: