Φράση (Noun Phrase)
/ə rɪˈtɜrn hoʊm/
Η φράση "a return home" αναφέρεται στην πράξη της επιστροφής σε έναν τόπο όπου κάποιος έχει ζήσει ή αισθάνεται ότι ανήκει, συνήθως στο σπίτι του. Χρησιμοποιείται συχνά σε πλαίσια όπου κάποιος μιλάει για το τέλος ενός ταξιδιού ή την απομάκρυνση από έναν νέο χώρο. Η συχνότητα χρήσης της εξαρτάται από το πλαίσιο: είναι συχνότερη στον προφορικό λόγο κατά τη διάρκεια συζητήσεων για ταξίδια, οικογενειακές επισκέψεις ή μετακομίσεις.
After a long journey, a return home felt like a dream.
(Μετά από ένα μακρύ ταξίδι, η επιστροφή στο σπίτι φ felt σαν όνειρο.)
She was looking forward to a return home for the holidays.
(Ανυπομονούσε για την επιστροφή στο σπίτι κατά τις γιορτές.)
Η φράση "return home" μπορεί να υπάγεται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που αναφέρονται στην αίσθηση του ανήκειν ή στην επιστροφή σε κάτι οικείο.
There's no place like home, and every return home reinforces that feeling.
(Δεν υπάρχει καλύτερος τόπος από το σπίτι, και κάθε επιστροφή στο σπίτι ενισχύει αυτό το αίσθημα.)
A return home often brings back memories.
(Μια επιστροφή στο σπίτι φέρνει συχνά πίσω αναμνήσεις.)
She felt a sense of peace with every return home.
(Ένιωθε μια αίσθηση ειρήνης με κάθε επιστροφή στο σπίτι.)
A return home can be a time of reflection.
(Μια επιστροφή στο σπίτι μπορεί να είναι μια στιγμή ενδοσκοπής.)
After years away, his return home was bittersweet.
(Μετά από χρόνια μακριά, η επιστροφή του στο σπίτι ήταν πικρή και γλυκιά.)
Η φράση 'return home' προέρχεται από την παλαιά γαλλική λέξη "retourner" που σημαίνει "επιστρέφω", και την αγγλική λέξη "home" που προέρχεται από την παλαιά αγγλική "ham", που σήμαινε "τόπος κατοικίας" ή "στήριγμα".
Συνώνυμα: - επιστροφή - επάνοδος
Αντώνυμα: - αναχώρηση - απομάκρυνση