Η φράση "a small party" λειτουργεί ως ουσιαστικό και αναφέρεται σε μια εκδήλωση ή συγκέντρωση.
/a smɔːl ˈpɑːrti/
Η φράση "a small party" αναφέρεται συνήθως σε μια περιορισμένη σε μέγεθος συγκέντρωση ανθρώπων, συχνά με κοινωνικό ή εορταστικό σκοπό. Χρησιμοποιείται ευρέως στη γλώσσα για να υποδείξει ότι η εκδήλωση δεν περιλαμβάνει μεγάλο αριθμό προσκεκλημένων, αλλά είναι συνήθως πιο οικεία και προσωπική. Η χρήση της φράσης είναι συνήθως συνηθισμένη στον προφορικό λόγο, αλλά μπορεί επίσης να εμφανιστεί σε γραπτά κείμενα περιγραφής κοινωνικών γεγονότων.
"Αποφασίσαμε να κάνουμε μια μικρή εκδήλωση για να γιορτάσουμε τα γενέθλιά της."
"A small party is perfect for close friends and family."
"Μια μικρή εκδήλωση είναι τέλεια για κοντινούς φίλους και οικογένεια."
"They invited only a few people for a small party at their house."
Η φράση "a small party" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις ή προτάσεις:
"Ήταν μια μικρή εκδήλωση, αλλά η ατμόσφαιρα ήταν υπέροχη."
"I prefer a small party over a large gathering any day."
"Προτιμώ μια μικρή εκδήλωση από μια μεγάλη συγκέντρωση οποιαδήποτε μέρα."
"After the small party, we all felt closer to each other."
"Μετά τη μικρή εκδήλωση, όλοι νιώσαμε πιο κοντά ο ένας στον άλλο."
"Throwing a small party can be less stressful than a big event."
"Η οργάνωση μιας μικρής εκδήλωσης μπορεί να είναι λιγότερο αγχωτική από ένα μεγάλο γεγονός."
"She enjoys hosting a small party where she can connect with friends."
Η λέξη "small" προέρχεται από την παλαιά αγγλική λέξη "smaell," που σημαίνει "λιγότερο". Η λέξη "party" προέρχεται από τη γαλλική λέξη "partie," που σημαίνει "μέρος" ή "επίτευγμα". Η σύνθεση τους αναφέρεται σε μια περιορισμένη πρόταση ή συγκέντρωση.
Συνώνυμα: - a little gathering - a private event - an intimate get-together
Αντώνυμα: - a large party - a big gathering - a grand event