Η λέξη "academical" αναφέρεται σε κάτι που σχετίζεται με την εκπαίδευση ή την ακαδημαϊκή ζωή, όπως τα πανεπιστήμια ή οι εκπαιδευτικοί θεσμοί. Χρησιμοποιείται λιγότερο συχνά από το "academic", και μπορεί να δείχνει μια πιο επίσημη ή τεχνική έννοια. Αν και οι δύο λέξεις μπορούν να είναι εναλλάξιμες, το "academic" συναντάται πιο συχνά στον προφορικό και γραπτό λόγο.
Τα ακαδημαϊκά πρότυπα του πανεπιστημίου είναι πολύ υψηλά.
She attended an academical conference on climate change.
Παρευρέθηκε σε ένα ακαδημαϊκό συνέδριο για την κλιματική αλλαγή.
Many students strive for academical excellence during their studies.
Η λέξη "academical" δεν έχει τόσες πολλές ισχυρές ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο μπορεί να ενσωματωθεί σε κάποιες πιο επίσημες περιφράσεις συνδεόμενη με την εκπαίδευση και την ακαδημαϊκή ζωή.
Η ακαδημαϊκή αυστηρότητα είναι απαραίτητη για μια διεξοδική έρευνα.
Engaging in academical discourse can enhance one's critical thinking skills.
Η συμμετοχή σε ακαδημαϊκό διάλογο μπορεί να ενισχύσει τις ικανότητες κριτικής σκέψης του ατόμου.
The institution promotes academical integrity among its students.
Η λέξη προέρχεται από τη Λατινική λέξη "academicus", που σχετίζεται με τη λέξη "Academia", η οποία από την ελληνική λέξη "Ακαδημία" αναφέρεται στην σχολή του Πλάτωνα στην αρχαία Αθήνα.
educational
Αντώνυμα:
Αυτή είναι μια λεπτομερής ανάλυση της λέξης "academical". Αν έχετε οποιαδήποτε άλλη ερώτηση ή αν θέλετε περισσότερες πληροφορίες, παρακαλώ ενημερώστε με!