acre - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

acre (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Acre είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

/ˈeɪ.kər/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "acre" αναφέρεται σε μια μονάδα μέτρησης επιφάνειας, ισοδύναμη με 43,560 τετραγωνικά πόδια ή περίπου 4,047 τετραγωνικά μέτρα. Στις περισσότερες περιπτώσεις, χρησιμοποιείται για την περιγραφή μεγάλων εκτάσεων γης, όπως αγρούς ή οικοδομές. Στο αγγλικό, αυτή η λέξη χρησιμοποιείται συχνά σε γραπτό πλαίσιο, όπως στα ακίνητα ή στη γεωργία.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. The farm covers an area of 200 acres.
  2. Η φάρμα καλύπτει μια έκταση 200 στρεμμάτων.

  3. He bought an acre of land to build his house.

  4. Αγόρασε ένα στρέμμα γης για να χτίσει το σπίτι του.

  5. My grandfather had a few acres dedicated to wheat farming.

  6. Ο παππούς μου είχε μερικά στρέμματα αφιερωμένα στην καλλιέργεια σίτου.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "acre" χρησιμοποιείται λιγότερο σε ιδιωματικές εκφράσεις, όμως υπάρχουν κάποιες εκφράσεις που την περιλαμβάνουν:

  1. "Get off my land" - This often involves "acres" in arguments about property.
  2. "Φύγε από τη γη μου" - Αυτό συχνά περιλαμβάνει "στρέμματα" σε διαφωνίες σχετικά με την ιδιοκτησία.

  3. "An acre of diamonds" - Refers to an abundance of opportunities or wealth hidden in plain sight.

  4. "Ένα στρέμμα διαμαντιών" - Αναφέρεται σε μια αφθονία ευκαιριών ή πλούτου που είναι κρυμμένα σε κοινή θέα.

Ετυμολογία

Η λέξη "acre" προέρχεται από την αγγλοσαξωνική λέξη "æcer", που σημαίνει "γη ή αγρός". Η ρίζα της λέξης μπορεί να έχει ρίζες σε αρχαίους γερμανικούς ή ρωμαϊκούς όρους που αναφέρονται σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - field (αγρός) - plot (οικόπεδο)

Αντώνυμα: - non-arable land (μη καλλιεργήσιμη γη) - urban area (αστική περιοχή)



25-07-2024